Οι εκλογές της 21ης Μαΐου έχουν ένα σημαντικό διακύβευμα που συνδέεται, μεταξύ άλλων, και με τη φορολογική πολιτική.

Οι πολίτες θα κληθούν να αποφασίσουν αν θα συνεχιστούν οι δομικές φορολογικές παρεμβάσεις που υλοποιεί η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη από την πρώτη μέρα της θητείας της ή αν θα επιστρέψουμε στον παραλογισμό της υπεφορολόγησης.

Γιατί η εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ με την υπερφορολόγηση των πολιτών δεν έχει τέλος. Τη βίωσαν όλοι οι πολίτες κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, οι οποίοι επέβαλαν 29 φόρους παραπάνω συγκριτικά με εμάς που έως τώρα έχουμε προχωρήσει σε πάνω από 50 μειώσεις φορολογικών επιβαρύνσεων.

Υπενθυμίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ:

✓ Αντί να καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ (όπως υποσχόταν), επιβάρυνε ακόμα περισσότερο τους πολίτες, αυξάνοντας τον συμπληρωματικό φόρο, υπερδιπλασιάζοντας τους συντελεστές υπολογισμού του.

✓ Μείωσε το αφορολόγητο όριο για τα φυσικά πρόσωπα.

✓ Μετέτρεψε την ειδική εισφορά αλληλεγγύης σε μόνιμο φόρο, υπερτριπλασιάζοντας και τους συντελεστές υπολογισμού της.

✓ Αύξησε την προκαταβολή φόρου για όλους τους επαγγελματίες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο 100%.

✓ Αύξησε τους συντελεστές κλίμακας φόρου εισοδήματος για όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα.

✓ Αύξησε τον ΦΠΑ στο 24% και προχώρησε στη μετάταξη προϊόντων ευρείας κατανάλωσης από τον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% στον υψηλό συντελεστή ΦΠΑ 24%.

✓ Επέβαλε φόρο στη συνδρομητική τηλεόραση, στο διαδίκτυο και στη σταθερή τηλεφωνία.

✓ Θέσπισε εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές για ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες.

Όλα αυτά αποτελούν ένα μόνο δείγμα από τον παραλογισμό της υπερφορολόγησης, τη μόνη πολιτική που έχει αποδείξει στην πράξη ότι ξέρει να εφαρμόζει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Υπάρχει ωστόσο μέτρο σύγκρισης, αφού η κυβέρνησή μας εδώ και 4 χρόνια, αποδεικνύει στην πράξη ότι υπάρχει και είναι εφικτή μια άλλη πολιτική: αυτή της μείωσης των φορολογικών επιβαρύνσεων.

Ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, υπενθυμίζω τα εξής:

✓ Μειώσαμε τον ΕΝΦΙΑ στα φυσικά πρόσωπα κατά 35%, υπερκαλύπτοντας την προεκλογική μας δέσμευση, παρά την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών. Μιλάμε για συνολική μείωση του ΕΝΦΙΑ στα Φυσικά Πρόσωπα της τάξης των 920 εκατομμυρίων ευρώ σε σχέση με τον ΕΝΦΙΑ που παραλάβαμε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

✓ Μειώσαμε τον εισαγωγικό φορολογικό συντελεστή στο 9% για τα εισοδήματα έως 10.000 ευρώ, αντί του 22% που ίσχυε για όλα τα φυσικά πρόσωπα, ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες, μισθωτούς και συνταξιούχους για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ.

✓ Επαναφέραμε την προκαταβολή φόρου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα για τα φυσικά πρόσωπα στο 55% από το 100% που την είχε εκτοξεύσει ο ΣΥΡΙΖΑ.

✓ Καταργήσαμε μόνιμα από την 01/01/2023 την ειδική εισφορά αλληλεγγύης για όλους.

✓ Μειώσαμε τον φορολογικό συντελεστή για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες από το 28% στο 22%.

✓ Μειώσαμε τον φόρο στα μερίσματα από το 10% στο 5%.

✓ Αυξήσαμε το αφορολόγητο όριο για τις γονικές παροχές και δωρεές στις 800.000 ευρώ.

✓ Μειώσαμε τον ΦΠΑ στο 13% για την εστίαση, τον καφέ, τα μη αλκοολούχα ποτά, τις μεταφορές προσώπων, το τουριστικό πακέτο, τα εισιτήρια των ζωολογικών κήπων, τα γυμναστήρια, τα κολυμβητήρια και τις σχολές χορού που δεν απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ.

✓ Μειώσαμε τον ΦΠΑ στο 6% σε σειρά αγαθών που αφορούν τη δημόσια υγεία, στους απινιδωτές – ιατρικές συσκευές για την αντιμετώπιση αιφνίδιας καρδιακής ανακοπής, στα εισιτήρια των κινηματογράφων.

Και να μην ξεχνάμε, τις πολλαπλές παρεμβάσεις που υλοποιούμε με επίκεντρο τον πρωτογενή τομέα και τους Έλληνες αγρότες. Ενδεικτικά αναφέρω:

✓ Την κορυφαία φορολογική μεταρρύθμιση του νόμου 4935/2022, που παρέχει για πρώτη φορά γενναία φορολογικά κίνητρα για την ισχυροποίηση της εθνικής αγροτικής οικονομίας. Ο νόμος αυτός προβλέπει, μεταξύ άλλων, την απαλλαγή για πρώτη φορά από την καταβολή του φόρου εισοδήματος κατά 50% επί των φορολογητέων κερδών από την άσκηση αγροτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Αυτή η φορολογική πολιτική, που ασκούμε με συνέπεια από την αρχή της διακυβέρνησης της χώρας, δεν έχει μόνο κοινωνική στόχευση αλλά συνδέεται ταυτόχρονα με την ισχυροποίηση της αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας, γεγονός μάλιστα που αποτυπώνεται σε όλους τους βασικούς οικονομικούς δείκτες.

Είναι ξεκάθαρο ότι στις εκλογές της 21ης Μαΐου, συγκρούονται δύο διαφορετικές αντιλήψεις για τη φορολογική πολιτική.

Η αντίληψη της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη που στοχεύει στη διαμόρφωση ενός φορολογικού συστήματος απλού, δίκαιου και αποτελεσματικού, θέτοντας τις βάσεις για οικονομική μεγέθυνση, μετά από μία και πλέον δεκαετία απαιτητικής δημοσιονομικής προσαρμογής, και η αντίληψη της υπερφορολόγησης, των φόρων δίχως τέλος και χωρίς λογική, που εκφράζεται από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Οι Έλληνες πολίτες μπορούν να κρίνουν και να συγκρίνουν.

Η άσκηση συνετής οικονομικής πολιτικής μέσω στοχευμένων δομικών φορολογικών παρεμβάσεων, που αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της δικής μας πολιτικής και στη νέα τετραετία, έχει ως προϋπόθεση την πολιτική και οικονομική σταθερότητα.

Η ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας, όπως και οι προοπτικές της για το μέλλον, συνδέονται ξεκάθαρα με μία επιλογή: την ισχυρή και αυτοδύναμη Ελλάδα, με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη Voria με θέμα την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας.